Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2008

Το σουτζουκάκι

Μικρό σουτζουκάκι μικρο μπιρμπιλοκαλαθάκι
ζουλας ανέμελα τα καράβια και τις ρώσσικές αρκούδες
φετονια τριζουνε τα δόντια τους σε ξυλινες πισινες
καθως το ηλιοβασίλεμα τους κοροιδεύει
κουρευει το γκαζόν της ο παρνιθας ο ροζ και απολογείτε στοϊκά
βουρτσες σκουπες αγγουρίες μέσα εξω πισω μπρός και συγνεφα
τριζοβολουν και χαίρονται στου γάλακτος την ρίζα τα σκορδόψωμα
και βρίζουνε συνάμα ο ένας τον άλλο απο πίσω
μα οσα και οσα γινανε και γίνονται και αν δεν βγαζουν νόημα κατι λένε
ετσι όπως και τα σκουπίδια μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτική πηγή ενέργειας
ασχετα αν κανείς δεν έχει ασχοληθεί μαζί τους ακόμα......

Τετάρτη 30 Απριλίου 2008

Έχω χάσει τις πατάτες…

Από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα
την μπάλα έχω χάσει μαζί και την φανέλα
πώς λοιπόν να παίξω πια πώς να σχετιστώ
μακάρι να ήξερα να αισθανθώ
μα δεν χρειάζεται να ξέρω έτσι είμαι αλλά υποφέρω
δεν θέλω άλλο μπούκωμα στο στήθος δεν θέλω άλλο ψυχοπλάκωμα
θέλω χαρά και ανεμελιά καλά είναι και τα λεφτά
οι γυναίκες είναι σαν τις πατάτες
μπορεί να είναι το καλύτερο και το χειρότερό σου φαγητό ταυτόχρονα
και εμείς οι άντρες σαν το κρέας είμαστε
σου αρέσει να το μασάς μα στο τέλος το φτύνεις
τι να πω δεν ξέρω μια χαίρομαι και μία υποφέρω
και στο φαί που το έριξα το γιατί δεν το ξέρω!

6/2006

Οι τυροκροκέτες της άνοιξης

Τρελά φακιόλια φάγανε τις ξένες τηγανήτες του έρωτα
και έτσι τα κριάρια ήρθαν τα ξενέρωτα
του πελαγίσιου αέρα το άσπρο μύδι
στις Ενθαλπίας κάθισε επάνω το στασίδι
και του τρωτού φορέματος η βίδα
έμοιαζε με καχεκτική πυγολαμπίδα...

5/2006

H Σαλαμίνα

Τρία κουνέλια ήρθανε από την εξοχή,
την τούρτα όλη φάγανε δεν έμεινε κομμάτι,
και το καράβι που έφυγε από την Σαλαμίνα,
δεν άφησε ξενέρωμα στην ησυχία του!!!

5/2006

Τετάρτη 9 Απριλίου 2008

Το πεινασμένο τρακτέρ

Τριμμένα ελικόπτερα στην θέα κατουρούνε
και το μακρύ λουκάνικο τυφλά το προσκυνούνε,
το μελιστάλαχτο πιοτό βαριά το υπομένουν
με λόξυγκα στης άνοιξης το νόημα επιμένουν,
έβγαλα το ανέκδοτο σεργιάνι μέσα σε όλα
και ήρθε και το βούτηξε μια μικρή παρτόλα,
κουβέντες ‘φάγαν τ’άλογα βουνά της Τηνησίας
πουλάνε μέσα στο όνειρο πορνό ακινησίας.

5/2006

Κυριακή 6 Απριλίου 2008

Το ποδήλατο

Του έρωτα οι πιτζάμες φτύσανε αρχέτυπα ποδήλατα
και του μανάβη η κόρη έκανε τα δυνατά αδύνατα,
τις σούβλες βγάλανε οι νεράιδες στην λάντζα
και του διάσημου ποιητή εκάικε η φλάντζα,
ερώτησαν το Φοίβο για το μακρύ μολυβί
κι η απάντησή του ήτανε ρουφίξτε μου το μύδι,
διπλά στο στρίφωμα της τραγικής λατέρνας
τον οργασμό χλευάζανε της τζατζικίσιας φτέρνας.

5/2006

Παρασκευή 4 Απριλίου 2008

Ο ρομφαιοφόρος κοσμοναύτης

Η άξεστη λαιμαργία του ιπταμένου τυφλοπόντικα,
μας έφαγε της ξανθής μας μοίρας την όμορφη βυζότριχα,
και όπως ο πάστορας της τρύπιας μελωδίας φύσαγε ξεκούραστα,
της οκνηρίας τα πράσινα παιδία τρελαινόντουσαν ακούραστα,
Η βιομηχανία της φαινομενικής απάθειας απλούστατα ροχάλιζε,
και η δικηγόρος πρόστυχα ατένιζε τον άντρα που ξεμυάλιζε,
του αλογίσιου κράματος η στολισμένη ακίδα,
μου γαργαλούσε νοερά του πόθου μου την ηλιαχτίδα,
και του ετοιμόλογου καρατερίστα ο μεσαιωνικός αντίλαλος,
ομιχλιασμένος έστεφε της μνήμης μας το καρτοτηλέφωνο

5/2006

The chicken-sculptures of happiness!

Εφτά φουρκέτες δώσανε το μερτικό τους πρώτα,
και το μεγάλο πρόβατο τους έκλισε την ρότα,
συνάμα ήρθε τρέχοντας ισοτελής η ώρα,
και στο κολάρο δώσανε καινούρια νεκροφόρα,
του Παντελή τα τσόκαρα ήταν υπερμεγέθη,
και το ισόπαλο τυρί ερχόταν στην μέθη,
του γοητευτικού κερματοδέκτη τον παρασιτισμό,
εμαύρισε στον κρόταφο ο καπιταλισμός,
μα ο τεθλιμμένος server έφαγε το μπλε μας παξιμάδι,
μόνο σαν είδε τον ιχθυοπαραγωγό μες το βαθύ σκοτάδι,
και το αραχνοΰφαντο μοσχάρι της ευτυχίας,
αραξοβόλι έψαχνε στον αυτοθαυμασμό του.

5/2006

Τρίτη 1 Απριλίου 2008

Έχω χάσει το πλυντήριο…

Εφτά ντουλάπια κάηκαν στο πορδοβούλωμα της αιωνιότητας,
και οι σκίουροι του δάσους βγήκαν περίπατο,
χωρίς την άδεια του Γκάους οι πιγκουΐνοι μετανάστεψαν,
τρώγανε και τρίζανε τα τρίγωνα που σουφρώσανε την σούπα,
και βγήκαν κόνδορες που χώραγαν σε κούπα,
κωλομπαράδες άστεγοι ψάρεψαν ξυπνητήρια ,
και του ευκαλύπτου ο μπάτλερ σκόνταψε στο ηλιοβασίλεμα,
ζήτω το warcraft.

Όποιος βρει το πλυντήριο παρακαλώ να μου το επιστρέψει

12/2006

Κυριακή 30 Μαρτίου 2008

Από την πόλη έρχομαι και στην κορυφή κανέλα

Από την πόλη έρχεσαι μικρό μου πιτσουνάκι,
και να σταθείς στο διάβα σου δεν μπορείς ούτε λιγάκι.
Βιάζεσαι τρέχεις εδώ και εκεί,
δεν δίνεις σημασία,
και τους περαστικούς ρωτάς που πέφτει η Ανδαλουσία.
Στην όψη σου όλοι βλέπουνε άγχος και αγωνία,
μα ο προορισμός σου βρίσκετε μακριά ως την Παταγωνία.
Διαλέγεις τις φιλίες σου χωρίς να το σκεφτείς,
και ξέχασες να φοβηθείς μήπως απογοητευτείς.
Δεν πιάνεσαι από πουθενά και κάνεις σε όλους εντύπωση,
μα τελικά σου άξιζε μια ασπρόμαυρη εκτύπωση.
Το χρώμα αν και θα το ήθελες σου έχει ξεθωριάσει
και αλλού πήγε και χώθικε εκεί που βρίκε δράση.
Γιατί και αν κάποτε τυφλός ήμουνα και έκανα λάθη
το φώς ήρθε και μου έδωσε ζωντάνια στο σκοτάδι...

11/2007

Το υποσύνολο της περπατημένης αρκούδας

Το κάμπριο δεν το έπλυνε η νόθη πεθερά της
και το μαλή της έβαψε στα κρύα τα νερά της,
μηγοσκωτόστρες άπειρες εκεί ψηλά θωρούνε
και το σκυλί της πέρδικας στην μάπα κατουρούνε,
εφτά σταφύλια τράβηξαν πιστόλι στην γιαγιά τους
και κείνη τους απάντησε να πιούνε στην υγειά τους,
βγάλαν τον τρύπιο μπετατζή απάνω στην ραχούλα
Και κείνος εμαστίγωνε ψιλή την κουβεντούλα,
τώρα που ήρθε ο μικρός ο τσουτσουνομπεγλέρης
γράψανε οι κολυμβητές στην όχθη της βερνιέρης,
του καφασιού οι πρόστυχες τετράγωνες μπριζόλες
καβάτζα σπρόξανε λεφτά τις δύσκολες τις ώρες,
και της μελιτζανιάς κολωτρυπίδας ο μάυρος πέπλος
εστόλιζε του έρωτα το ωμέγα.

5/2006

Kokkines pleksoudes

Kokkines pleksoudes prasines pleksoudes kitrines pleksoudes polles pleksoudes
kokkinoi kondores prasinoi kondores kitrinoi kondores poloi kondoresta
eipa ola afta kai skeftika pos einai krima
to bios kai o kokobios na ta pigenoun prima
satiroi kai tripokaridoi enotheitekai thn andalousia fantasiotheite
to mertiko sas einai adio kai to myalo sas misoadio
soupes moupes kai alles toufes
einai tou melontos oi troufes
ftiaxno poihma apo kremidia
kai to louzomai sta fridia
trexoun kastores sto kima
kai oi pastores psaxnoun thima
trigirizo kai liknizo
ths pentamorfhs to bizo
kai tou peplou mou o aeras
einai ths kardias to teras
ftano erxomai gemizo
kai to mono pou myrizo
einai ths folias to grizo
to maxeri to nysteri tou poihmatos to xeri pou bastaei boulokeri
gia na fraksei to karteri

12/2007

Σάββατο 29 Μαρτίου 2008

Η Τζουτζουκιά

Την πίπα μου καπνίζω και το μέλλον ατενίζω,
Πικρές όνειρα χαρές και πληθώρα τζουτζουκές,
Μικρές μεγάλες λίγες πολλές παντού υπάρχουν τζουτζουκές,
Είπα είπες,
βγήκα βρήκες,
κάπνισα έφαγα ήπια ποτά,
άκουσα τα ίδια τραγούδια δύο φορές μετά τις τέσσερις το βράδυ,
Μα πουθενά δεν ένιωσα τόσο καλά τόσο ήσυχα τόσο απαλά τόσο ρόδινα τόσο αληθινά όσο εκεί κοντά στα πρόθυρα στα πεταχτά στα ανύποπτα στα σιωπηλά στα σπάργανα μίας τζουτζουκιας.
Οι φίλοι μου, μου το είχαν πει,
πρόσεχε η τζουτζουκια που θα σε βρει,
μην σε αναπάντεχη στιγμή σου έρθει και σου προσγειωθεί,
στο κεφάλι σου ή αλλού για αλλού.
Μα και εκείνη καρτερεί για να τζουτζουκο-εκπληρωθείκαι,
να αρχινήσει από την αρχή τον κύκλο της,
δεν ξέρει όμως πως εγώ στον κόρφο μου έχω βρομερό αέριο βιολογικό,
πολεμικό και επαναστατικό και αντι-τζουτζουκιακό με το οποίο απαντώ και έτσι μπορώ και έτσι τολμώ το βράδυ αυτό το φοβερό ήσυχος πια να κοιμηθώ!!!

Αφιερωμένο σε όλους και σε όλες όσες νιώθουν τζουτζουκοι και τζουτζουκες αντίστοιχα.