Τετάρτη 30 Απριλίου 2008

Έχω χάσει τις πατάτες…

Από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλα
την μπάλα έχω χάσει μαζί και την φανέλα
πώς λοιπόν να παίξω πια πώς να σχετιστώ
μακάρι να ήξερα να αισθανθώ
μα δεν χρειάζεται να ξέρω έτσι είμαι αλλά υποφέρω
δεν θέλω άλλο μπούκωμα στο στήθος δεν θέλω άλλο ψυχοπλάκωμα
θέλω χαρά και ανεμελιά καλά είναι και τα λεφτά
οι γυναίκες είναι σαν τις πατάτες
μπορεί να είναι το καλύτερο και το χειρότερό σου φαγητό ταυτόχρονα
και εμείς οι άντρες σαν το κρέας είμαστε
σου αρέσει να το μασάς μα στο τέλος το φτύνεις
τι να πω δεν ξέρω μια χαίρομαι και μία υποφέρω
και στο φαί που το έριξα το γιατί δεν το ξέρω!

6/2006

Οι τυροκροκέτες της άνοιξης

Τρελά φακιόλια φάγανε τις ξένες τηγανήτες του έρωτα
και έτσι τα κριάρια ήρθαν τα ξενέρωτα
του πελαγίσιου αέρα το άσπρο μύδι
στις Ενθαλπίας κάθισε επάνω το στασίδι
και του τρωτού φορέματος η βίδα
έμοιαζε με καχεκτική πυγολαμπίδα...

5/2006

H Σαλαμίνα

Τρία κουνέλια ήρθανε από την εξοχή,
την τούρτα όλη φάγανε δεν έμεινε κομμάτι,
και το καράβι που έφυγε από την Σαλαμίνα,
δεν άφησε ξενέρωμα στην ησυχία του!!!

5/2006

Τετάρτη 9 Απριλίου 2008

Το πεινασμένο τρακτέρ

Τριμμένα ελικόπτερα στην θέα κατουρούνε
και το μακρύ λουκάνικο τυφλά το προσκυνούνε,
το μελιστάλαχτο πιοτό βαριά το υπομένουν
με λόξυγκα στης άνοιξης το νόημα επιμένουν,
έβγαλα το ανέκδοτο σεργιάνι μέσα σε όλα
και ήρθε και το βούτηξε μια μικρή παρτόλα,
κουβέντες ‘φάγαν τ’άλογα βουνά της Τηνησίας
πουλάνε μέσα στο όνειρο πορνό ακινησίας.

5/2006

Κυριακή 6 Απριλίου 2008

Το ποδήλατο

Του έρωτα οι πιτζάμες φτύσανε αρχέτυπα ποδήλατα
και του μανάβη η κόρη έκανε τα δυνατά αδύνατα,
τις σούβλες βγάλανε οι νεράιδες στην λάντζα
και του διάσημου ποιητή εκάικε η φλάντζα,
ερώτησαν το Φοίβο για το μακρύ μολυβί
κι η απάντησή του ήτανε ρουφίξτε μου το μύδι,
διπλά στο στρίφωμα της τραγικής λατέρνας
τον οργασμό χλευάζανε της τζατζικίσιας φτέρνας.

5/2006

Παρασκευή 4 Απριλίου 2008

Ο ρομφαιοφόρος κοσμοναύτης

Η άξεστη λαιμαργία του ιπταμένου τυφλοπόντικα,
μας έφαγε της ξανθής μας μοίρας την όμορφη βυζότριχα,
και όπως ο πάστορας της τρύπιας μελωδίας φύσαγε ξεκούραστα,
της οκνηρίας τα πράσινα παιδία τρελαινόντουσαν ακούραστα,
Η βιομηχανία της φαινομενικής απάθειας απλούστατα ροχάλιζε,
και η δικηγόρος πρόστυχα ατένιζε τον άντρα που ξεμυάλιζε,
του αλογίσιου κράματος η στολισμένη ακίδα,
μου γαργαλούσε νοερά του πόθου μου την ηλιαχτίδα,
και του ετοιμόλογου καρατερίστα ο μεσαιωνικός αντίλαλος,
ομιχλιασμένος έστεφε της μνήμης μας το καρτοτηλέφωνο

5/2006

The chicken-sculptures of happiness!

Εφτά φουρκέτες δώσανε το μερτικό τους πρώτα,
και το μεγάλο πρόβατο τους έκλισε την ρότα,
συνάμα ήρθε τρέχοντας ισοτελής η ώρα,
και στο κολάρο δώσανε καινούρια νεκροφόρα,
του Παντελή τα τσόκαρα ήταν υπερμεγέθη,
και το ισόπαλο τυρί ερχόταν στην μέθη,
του γοητευτικού κερματοδέκτη τον παρασιτισμό,
εμαύρισε στον κρόταφο ο καπιταλισμός,
μα ο τεθλιμμένος server έφαγε το μπλε μας παξιμάδι,
μόνο σαν είδε τον ιχθυοπαραγωγό μες το βαθύ σκοτάδι,
και το αραχνοΰφαντο μοσχάρι της ευτυχίας,
αραξοβόλι έψαχνε στον αυτοθαυμασμό του.

5/2006

Τρίτη 1 Απριλίου 2008

Έχω χάσει το πλυντήριο…

Εφτά ντουλάπια κάηκαν στο πορδοβούλωμα της αιωνιότητας,
και οι σκίουροι του δάσους βγήκαν περίπατο,
χωρίς την άδεια του Γκάους οι πιγκουΐνοι μετανάστεψαν,
τρώγανε και τρίζανε τα τρίγωνα που σουφρώσανε την σούπα,
και βγήκαν κόνδορες που χώραγαν σε κούπα,
κωλομπαράδες άστεγοι ψάρεψαν ξυπνητήρια ,
και του ευκαλύπτου ο μπάτλερ σκόνταψε στο ηλιοβασίλεμα,
ζήτω το warcraft.

Όποιος βρει το πλυντήριο παρακαλώ να μου το επιστρέψει

12/2006