Η άξεστη λαιμαργία του ιπταμένου τυφλοπόντικα,
μας έφαγε της ξανθής μας μοίρας την όμορφη βυζότριχα,
και όπως ο πάστορας της τρύπιας μελωδίας φύσαγε ξεκούραστα,
της οκνηρίας τα πράσινα παιδία τρελαινόντουσαν ακούραστα,
Η βιομηχανία της φαινομενικής απάθειας απλούστατα ροχάλιζε,
και η δικηγόρος πρόστυχα ατένιζε τον άντρα που ξεμυάλιζε,
του αλογίσιου κράματος η στολισμένη ακίδα,
μου γαργαλούσε νοερά του πόθου μου την ηλιαχτίδα,
και του ετοιμόλογου καρατερίστα ο μεσαιωνικός αντίλαλος,
ομιχλιασμένος έστεφε της μνήμης μας το καρτοτηλέφωνο
5/2006
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου